Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

Κυριακάτικη μη-έμπνευση

Κυριακή σήμερα κι η έμπνευση μ' έχει εγκαταλείψει. Τις προηγούμενες μέρες που είχα έμπνευση, δεν είχα χρόνο... Παράλληλα κάνει ζέστη, ακούω σε επανάληψη εκπομπή - αφιέρωμα στη Νάξο και είμαι σίγουρη πώς  αν αρχίσω κι εγώ να γράφω για τους διορισμούς, τους φόρους, την κρίση, τους μετανάστες, απλά δε θα κερδίσει κανείς τίποτα (για σήμερα τουλάχιστον).

Μια βόλτα στο facebook με πείθει πώς έχω δίκιο. Ανεκδοτάκια, (τα περισσότερα κακόγουστα), chek-in σε παραθαλάσσια (και μη) μέρη, φωτογραφίες υπερ και υπο-θαλάσσιες, ποτά και ξενύχτια. Κοινώς, όλοι γύρισαν από τις διακοπές τους και είναι πολύ ευτυχισμένοι. Να πω τη πικρή μου αλήθεια (παρακάπτοντας τη γκρίνια που με διακρίνει), καλά κάνουν.

Σκέφτομαι κι εγώ με τη σειρά μου πόσο θα τα ήθελα όλα αυτά. Ίσως όχι έτσι, αλλά να , θα ήθελα ένα Ικαριώτικο πανηγύρι, μια βουτιά στις βόρειες θάλασσες της Νάξου (και στις νότιες), μια ήρεμη βραδιά με κρασί και φίλους να παίζουν μουσική. Λίγη ησυχία. Λίγη παλιά, καλή παραδοσιακή, καλοκαιρινή Ελλάδα....

Και θα σταματήσω εδώ αυτό το πολύ σύντομο ποστ. Ας περάσουμε και μια μέρα χωρίς προβληματισμούς, δε ξέρω αν το αξίζουμε, αλλά σίγουρα το έχουμε ανάγκη.



Υ.Γ. Όσοι δεν είδατε το αφιέρωμα από το "αλάτι της γης" στη Νάξο, απλά να το δείτε!!

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2012

Η ποίηση του καλοκαιριού

Το καλοκαίρι διαβάζω ποιήματα. Δε ξέρω γιατί, αλλά το βρίσκω πολύ ποιητικό να διαβάζεις Ελύτη ή Καββαδία και δίπλα σου να σκάει το κύμα. Το αποτέλεσμα είναι ότι όλα τα αντίστοιχα βιβλία τα έχω αγοράσει από νησί. Συνήθως από το δικό μου.

Στη Νάξο λοιπόν, πάνω στη παραλία της Χώρας έχει το κέντρο τύπου του νησιού. Εντυπωσιακό βρίσκω το γεγονός ότι έχω βρει εκεί βιβλία που έχω ψάξει πολύ και δεν τα είχα βρει στην Αθήνα. Επίσης εντυπωσιακό είναι ότι η συλλογή από βιβλία ποίησης που έχει είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη σε κεντρικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας.

Πέρυσι το καλοκαίρι (γιατί φέτος δεν είχε διακοπές) είχα ξεκινήσει με το Μικρό Ναυτίλο του Ελύτη τις διακοπές μου. Εκεί λοιπόν που έκοβα αμέριμνη τις σελίδες του βιβλίου στην παραλία, γυρνάει φίλος μου και μου λέει: «Καλά, πόσο μαζοχιστικό είναι να παίρνεις ένα βιβλίο, να ξοδεύεις τόση ώρα για να κόψεις τις σελίδες και να έχεις πληρώσει και 15 ευρώ για αυτή την ταλαιπωρία;»


Δε μπορούσα να του εξηγήσω πόσο ωραίο είναι να κόβεις τις σελίδες του βιβλίου. Να μυρίζεις το χαρτί από καινούριο βιβλίο και να νοιώθεις να μεγαλώνει η αναμονή για αυτό που θα διαβάσεις. Νομίζω πώς αυτό κανείς δε μπορεί να το εξηγήσει.

Όμως για τα λεφτά, ένα δίκιο το είχε. Αναρωτιόμουν μετά γιατί τα βιβλία ποίησης είναι τόσο ακριβά. Η αλήθεια είναι πώς ένα μικρό βιβλίο ποίησης μπορεί να κοστίζει τα ίδια λεφτά με ένα μεγάλο λογοτεχνικό βιβλίο. Και είναι άδικο.

Γενικά είναι άδικο να κοστίζουν τόσο πολύ τα βιβλία. Ειδικά τώρα που τα βιβλιοπωλεία παραπονιόνται ότι δεν έχουν εισπράξεις, είναι διπλά άδικο. Αν αναλογιστώ δε και πόσα παράπονα έχω εγώ σαν αναγνώστρια που με δυσκολία πλέον καταφέρνω να αγοράσω ένα βιβλίο το μήνα, γίνεται ακόμα πιο άδικο!!!!

Γνωρίζω πώς μπορώ να κατεβάσω βιβλία, αλλά αυτό απλά δε γίνεται να το κάνω. Το βιβλίο είναι ένα μαγικό ταξίδι, μυρωδάτο, μεθυστικό. Δε γίνεται αυτό να το κάνω μπροστά στον υπολογιστή μου... Όσοι διαβάζουν πολύ είμαι σίγουρη πώς με καταλαβαίνουν.

Στη περίοδο που ζούμε, με τη κρίση που δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά αντίθετα είναι βαθιά κοινωνική και πολιτιστική, ο κόσμος θα έπρεπε να έχει πρόσβαση σε πνευματικά αγαθά. Κι αν δε μπορούν να τη διευκολύνουν, τουλάχιστον να μη τη δυσχεραίνουν.

Από το Μικρό Ναυτίλο

Μύρισαι το άριστον
                                              ΙΙ
Κατοίκησα μια χώρα που 'βγαινε από την άλλη, την πραγματική, 
 όπως τ' όνειρο από τα γεγονότα της ζωής μου. Την είπα κι αυτήν        
 Ελλάδα και τη χάραξα πάνω στο χαρτί να τηνε βλέπω. Τόσο λίγη
έμοιαζε• τόσο άπιαστη.
Περνώντας ο καιρός όλο και τη δοκίμαζα: με κάτι ξαφνικούς σει-
σμούς, κάτι παλιές καθαρόαιμες θύελλες. Άλλαζα θέση στα πράγμα-
τα να τ' απαλλάξω από κάθε αξία. Μελετούσα τ' Ακοίμιστα και την
Ερημική ν' αξιωθώ να φκιάνω λόφους καστανούς, μοναστηράκια,
κρήνες. Ως κι ένα περιβόλι ολόκληρο έβγαλα γιομάτο εσπεριδοει-
δή που μύριζαν Ηράκλειτο κι Αρχίλοχο. Μα 'ταν η ευωδία τόση που
φοβήθηκα. Κι έπιασα σιγά σιγά να δένω λόγια σαν διαμαντικά να
την καλύψω τη χώρα που αγαπούσα. Μην και κανείς ιδεί το κάλλος.
'Ή κι υποψιαστεί πως ίσως δεν υπάρχει.

                                   

                                         


                                         VIII
Γυμνός, Ιούλιο μήνα, το καταμεσήμερο. Σ' ένα στενό κρεβάτι, ανά-
μεσα σε δυο σεντόνια χοντρά, ντρίλινα, με το μάγουλο πάνω στο
μπράτσο μου, που το γλείφω και γεύομαι την αρμύρα του.
Κοιτάζω τον ασβέστη αντικρύ στον τοίχο της μικρής μου κάμαρας.
Λίγο πιο ψηλά το ταβάνι με τα δοκάρια. Πιο χαμηλά την κασέλα
όπου έχω αποθέσει όλα μου τα υπάρχοντα: δυο παντελόνια, τέσσερα
πουκάμισα, κάτι ασπρόρουχα. Δίπλα, η καρέκλα με την πελώρια ψά-
θα. Χάμου, στ' άσπρα και μαύρα πλακάκια, τα δυο μου σάνταλα. Έχω
στο πλάι μου κι ένα βιβλίο.
Γεννήθηκα για να 'χω τόσα. Δε μου λέει τίποτε να παραδοξολογώ.
Από το ελάχιστο φτάνεις πιο σύντομα οπουδήποτε. Μόνο που 'ναι
πιο δύσκολο. Κι από το κορίτσι που αγαπάς επίσης φτάνεις, αλλά θέ-
λει να ξέρεις να τ' αγγίξεις οπόταν η φύση σου υπακούει. Κι από τη
φύση -αλλά θέλει να ξέρεις να της αφαιρέσεις την αγκίδα της.

Υ.Γ. Η συγκεκριμένη συλλογή έχει πολύ ψωμί από μόνη της και υπόσχομαι να επανέλθω...

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

Είμαστε όλοι άνθρωποι

Ειλικρινά αν διαβάσω ή δω άλλη μια φορά το φοβερά εμπνευσμένο σύνθημα "είμαστε όλοι Πακιστανοι", θα αρχίσω να ουρλιάζω γυμνή στη πλατεία Ομονοίας...

Δεν είμαστε όλοι Πακιστανοί, όπως δεν είμαστε όλοι Αλβανοι (άλλο εμπνευσμένο από τη δεκαετία του '90), όπως δεν είμαστε και όλοι Έλληνες.

Είμαστε όλοι άνθρωποι. Τι δεν καταλαβαίνεις;

ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Και είμαστε διαφορετικοί. Με άλλη κουλτούρα, άλλα ήθη, άλλα έθιμα, άλλη εμφάνιση. Κάποιοι άνθρωποι είναι καλοί, κάποιοι είναι κακοί. Κάποιοι είναι έξυπνοι, κάποιοι όχι. Και ούτω καθεξής. Κρινόμαστε μόνο από αυτό. Από το πώς διάγουμε το βίο μας. Αυτό εξαίρει, μειώνει ή εξευτελίζει την ανθρωπιά μας. Όχι το χρώμα μας ή η θρησκεία μας ή δε ξέρω εγώ τι άλλο.


Αυτό πρέπει να καταλάβουμε και αυτό να προωθήσουμε. Γιατί σήμερα τα βάλανε με τους Πακιστανούς και είμαστε όλοι Πακιστανοί. Αν αύριο τα βάλουνε με τους Αφγανούς θα γίνουμε όλοι Αφγανοι; Δηλαδή ανάλογα με τις ρατσιστική κατεύθυνση που δίνει η κάθε εποχή εγώ θα αλλάζω φυλή κι εθνικότητα; Πώς ακριβώς αυτό λύνει το πρόβλημα; Μόνο με την απλή παραδοχή πώς είμαστε όλοι ίδιοι, μέσα στη διαφορετικότητα μας, πώς είμαστε όλοι άνθρωποι, μόνο αυτό λύνει το πρόβλημα. Αλλιώς απλά το αναπαράγουμε.

Ιστορική παρένθεση: Ο ρατσισμός δεν είναι σημείο των καιρών μας. Δεν τον έφερε η κρίση στη πόρτα μας. Για όποιον θυμάται στη δεκαετία του '90 ο εχθρός ήταν ο Αλβανός συμμαθητής μας, οι Σκοπιανοί που θέλαν να πάρουν τη Μακεδονία, οι Κούρδοι.
Στην περίοδο που ακολούθησε μετά την ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων, αυτά ξεχάστηκαν. Γιατί είχαμε ανάγκη μεταναστευτικά χέρια να κάνουν τις δουλειές μας. Όχι τις δουλειές που μας κλέψανε. Τις δουλειές που δε θέλαμε. Με τα συνακόλουθα φυσικά εργατικά ατυχήματα.
Μετά ήρθε η κρίση. Κι όπως οι μέλισσες έτσι κι αυτή μας τσίμπησε. Δε μπορούσαμε όμως να τα βάλουμε με τον, ενσωματωμένο πλέον στο Ελληνικό γίγνεσθαι, βαλκάνιο. (Άσε που πολλοί πλέον είναι κι Ευρωπαίοι πολίτες).  Έτσι τα βάλαμε με αυτούς που μπορούσαμε. Λες και την κρίση την έφεραν τα παιδιά των φαναριών, των χωραφιών, της ανέχειας.... Δεν την έφερε η μεγαλομανία, η αναλγησία, η μικρονόηση του Έλληνα. Δεν την έφερε ο καπιταλισμός και η ψευδαίσθηση της ευημερίας που δημιουργούσε.
Το έχω πει πολλές φορές και θα το ξαναπώ άλλες τόσες. Δε βοηθάει κανέναν και τίποτα να βλέπουμε το δέντρο και να χάνουμε το δάσος. Διότι πολύ απλά θα καταφέρουμε να καεί το δάσος στη προσπάθεια μας να προφυλάξουμε ένα δεντράκι στο ξέφωτο. Και ποιο δεντράκι; Μα πολύ απλά, την τύφλωση, που αυτή και μόνο μας έφερε μέχρι εδώ...

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

Ποιος μας διώχνει τελικά;


Χάζευα το πρωί στο διαδίκτυο, κι έπεσα πάνω σε αυτό:
"Αντί να διώχνουμε τους Έλληνες πρέπει άμεσα να διώξουμε τους λαθρομετανάστες από τη χώρα ώστε να απελευθερωθούν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και να ανασάνει η ελληνική κοινωνία"
Άλλη μια ανακοίνωση της Χρυσής Αυγής που έχει βρει και το πρόβλημα και τη λύση του.

Και κατά την προσφιλή μου συνήθεια άρχισα να αναρωτιέμαι... Με την απαραίτητη φυσικά ιστορική αναδρομή!

Τελείωσα το σχολείο (Ενιαίο Λύκειο) το 2003 κι έδωσα Πανελλήνιες. Σ' ένα δημόσιο σχολείο το οποίο τελειώναμε εκείνη τη χρονιά 80 άτομα, δεν είχαμε ούτε έναν μετανάστη. Επίσης είχαμε μεγάλο ποσοστό επιτυχίας στις εισαγωγές στα Ανώτατα και Ανώτερα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας. Συγκεκριμένα μόνο 5 άτομα δεν πέρασαν πουθενά. Ήμασταν φοβερή χρονιά, ε; Ε όχι, δεν ήμασταν. Το 50% των εισακτέων από το σχολείο μου πέρασε με βαθμούς κάτω από τη βάση!!!! Δεν είχαν δυνατότητα να περάσουν την τάξη, αλλά είχαν δυνατότητα να σπουδάσουν και να γίνουν επιστήμονες. Οι υπόλοιποι 5 που δεν πέρασαν καν, απλά πήγαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. 

Μεμονωμένο περιστατικό; Όχι. Μόνιμη κατάσταση της Ελλάδας την εποχή των παχουλών αγελάδων, όταν φτιάχναμε (με μεταναστευτικά χέρια) Ολυμπιακά έργα και βάζαμε υποθήκη τις επόμενες γενιές ανθρώπων που θα είχαν την ατυχία να κατοικήσουν σε αυτή τη χώρα.

Ποιος μου έφαγε λοιπόν τη δουλειά εμένα; Που φυσικά δεν ασκώ το επάγγελμα που σπούδασα, αλλά κάτι πολύ κατώτερο. Μου την έφαγε ο Πακιστανός απόφοιτος Οικονομικού Πανεπιστημίου που μανατζάρει τις Ελληνικές Πολυεθνικές; Δε νομίζω.

Ή μήπως πιστεύει κανείς πώς το σύνολο των Ελλήνων αποφοίτων (έστω κι αν είναι Ανθοκομική Καλαμάτας) θα πάει να κάνει τις δουλειές που σήμερα κάνουν οι μετανάστες;

Και τελικά ποιες είναι αυτές οι χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα απελευθερωθούν;

Πότε θα καταλάβουμε ότι οι μετανάστες δε μας τρώνε τις δουλειές που θα κάναμε, αλλά τις δουλείες που ΔΕ θέλαμε να κάνουμε. Κι ας είμαστε ειλικρινείς, ούτε σήμερα θέλουμε. Πριν λίγο καιρό άκουσα για γνωστό, θιασώτη της Χρυσαυγίτικης θεωρίας κι ένα χρόνο άνεργο να αρνείται δουλειά, γιατί του έπεφτε λίγη. Ποιος θα πάει στην οικοδομή ή να μαζεύει ελιές, βαμβάκι ή ροδάκινα; Γιατί αυτές τις δουλειές κάνουν οι μετανάστες. Όσοι από αυτούς δουλεύουν. Εκτός αν κάποιος θεωρεί δουλειά τα τζάμια στα φανάρια.

Ας βρούμε λοιπόν το πρόβλημα. Το πραγματικό πρόβλημα.

Που σαφώς δεν είναι πώς θα διώξουμε τους μετανάστες επειδή δε μας είναι πια χρήσιμοι, αλλά πώς θα αλλάξουμε τη δομή και τη σκέψη της ελληνικής κοινωνίας από τα θεμέλια της. Γιατί εκεί βρίσκεται και η κρίση και το πρόβλημα.

 

Υ.Γ.1 Και για να ξεκαθαρίσω μια για πάντα τη θέση μου. Το μεταναστευτικό είναι πρόβλημα. Ο μετανάστης είναι άνθρωπος. Και οι άνθρωποι δεν είναι προβλήματα. Οι άνθρωποι έχουν προβλήματα.

Υ.Γ.2 Επίσης είμαι πολύ σίγουρη πώς οι μετανάστες δεν ψήφισαν καμία φορά τα τελευταία χρόνια κάποιο από τα περιβόητα μνημονιακά κόμματα. Αυτοί όμως που σήμερα τους κατηγορούν, το έκαναν. Ποιος με διώχνει τελικά;

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2012

Nεκρούς θα μας φοβούνται πιο πολύ

Ναι, αγαπημένη μου,

εμείς γι' αυτά τα λίγα και απλά πράγματα πολεμάμε

για να μπορούμε να 'χουμε μια πόρτα, έν΄ άστρο, ένα σκαμνί

ένα χαρούμενο δρόμο το πρωί

ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ.

Για να ΄χουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώνουν

ένα τραγούδι που να μπορούμε να τραγουδάμε

Όμως αυτοί σπάνε τις πόρτες μας

πατάνε πάνω στον ερωτά μας.

Πριν πούμε το τραγούδι μας

μας σκοτώνουν.

Μας φοβούνται και μας σκοτώνουν.

Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε

φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε

φοβούνται το αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι του παιδιού μας

φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν να αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά

και να μοχτούν τόσο αντρίκια

φοβούνται τα λόγια που λέμε οι δυο μας με φωνή χαμηλωμένη

φοβούνται τα λόγια που θα λέμε αύριο όλοι μαζί

μας φοβούνται, αγάπη μου, κι όταν μας σκοτώνουν

νεκρούς μας φοβούνται πιο πολύ.

Τάσος Λειβαδίτης

Σάββατο 11 Αυγούστου 2012

Η τηλεόραση, ο ανεμιστήρας και η παράνοια


Δε βλέπω τηλεόραση. Παλιά (πριν τη ψηφιακή εποχή) έβλεπα λίγο. Μη φανταστείς, καμιά ώρα την εβδομάδα, αν είχε καμιά ταινία η ΝΕΤ. Α και τις εκλογές. Καλά εκεί ξέφυγα, έσπασα το ρεκόρ μου μπροστά στο χαζοκούτι. Μη με ρωτήσεις τι κέρδισα. Ξέρεις... Όλοι ξέρουνε πια...
Τώρα πια δε βλέπω καθόλου. Όχι γιατί με πείραξε η ψηφιακή εποχή. Ο κόσμος εξελίσσεται, η τεχνολογία το ίδιο. Ναι, μόνο που αυτό το κάνει ο κόσμος. Εμείς εδώ σε αυτή τη μικρή χώρα μάλλον πάμε πίσω. Με ταχύτατους ρυθμούς. (Βρε λες εμάς να είχε υπόψιν του ο Αινστάιν με τη θεωρία της σχετικότητας? Μήπως δε πάμε πίσω, απλά έχουμε καταρίψει την ταχύτητα του φωτός κι απλά βλέπουμε το παρελθόν; Να κάνω μια έρευνα πάνω σε αυτό)

Επανέρχομαι, κι αφού λοιπόν δεν είμαστε ο υπόλοιπος κόσμος, και δεν έχουμε κανένα λόγο να βλέπουμε ψηφιακά (ότι με τα αναλογικά τα έλεγαν λάθος τα ΜΜΕ και τώρα θα γίνουν οι άγγελοι του Τσάρλι, αλλά...) για ποιο λόγο να πληρώσω και τη DIGEA? Δε μου έφτανε η ΔΕΗ που πληρώνω για να έχω ΕΡΤ (λέμε τώρα), να πληρώνω κι άλλα νταβατζηλίκια? Οκ, κανείς δεν είπε ότι η τηλεόραση είναι δημόσιο αγαθό, αλλά μήπως να κοιτάξουμε γύρω μας την ανέχεια που επικρατεί και να μην τα βάζουμε με τον Υμηττό; 

Κι εκεί που τα σκεφτόμουν όλα αυτά και πολύ είχα θυμώσει, ακούω ότι τα μαγαζιά με τα ηλεκτρικά είδη ξεπούλησαν, οι φτωχοί Έλληνες κάναν ουρές να αγοράσουν αποκωδικοποιητές MPEG4 (αχ, πείτε μου ότι υπάρχουν κι άλλοι που θέλουν να σκοτώσουν αυτό το κοριτσάκι) και όλοι είναι πολύ χαρούμενοι που θα βλέπουν την Τρέμη να μην τρέμει. Δεν παίρνω λοιπόν αποκωδικοποιητή, μπορώ να ζήσω χωρίς τηλεόραση. Ας είναι καλά τα torrent και το Internet (μην το παίζω κι εντελώς υπεράνω).

Και μετά ήρθε ο ανεμιστήρας να ολοκληρώσει την ευτυχία μου. Διότι, δε ξέρω αν το ξέρεις, κυκλοφορούν έρευνες στο Internet ότι ο ανεμιστήρας κάνει κακό και δε δροσίζει πραγματικά. Άρα όλοι πρέπει να πάρουμε air-conditions. Κι εγώ τόσα χρόνια με τον ανεμιστήρα, θα ζήσω γιατρέ μου; Γλίτωσα τη ψύξη που προκαλεί το κλιματιστικό, τη ξηροτητα του αέρα και άλλα τέτοια χαριτωμένα και θα πάω από ανεμιστήρα; Να ανησυχήσω; Να βγω έντρομη στα μαγαζιά να ψάχνω φθηνό κλιματιστικό και μάστορα για την εγκατάσταση; Τι να κάνω;

Θα κάνω ότι έκανα και με την τηλεόραση. Θα μείνω στα παλιά και δοκιμασμένα και θα αναρωτιέμαι, που σταματάει η παράνοια; Όχι, πες μου που σταματάει για να πάω...

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Τι να θυμηθώ

Ο καθένας θυμάται ότι τον συμφέρει. Και το ερμηνεύει αντίστοιχα. Γιατί έτσι μας έμαθαν να λειτουργούμε.
Λίγο καιρό πριν το φριχτό έγκλημα της Πάρου, δύο ομοεθνείς του φερόμενου σαν δράστη, έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να απεγκλωβίσουν Έλληνες, από αυτοκίνητο που είχε ακινητοποιηθεί στις σιδηροδρομικές ράγες, στο Κρυονέρι. Τότε είπαν πολλοί, ότι αυτό ήταν εξαίρεση...
Το καλό το λέμε εξαίρεση, γιατί δε μπορεί να το δεχτεί ο εγκέφαλος μας. Το κακό όμως το γενικεύουμε, προς κάθε κατεύθυνση...
Προς κάθε; Γιατί κι αυτό είναι ένα θέμα για συζήτηση...
Όχι προς κάθε κατεύθυνση. Προς τα εκεί που μας συμφέρει.
Αναρωτήθηκε κανείς πόσο κακό έχουν κάνει στην οικογένεια αλλά και στο ίδιο το κορίτσι με τη δημοσιοποίηση όλων αυτών των λεπτομερειών για το έγκλημα; Ποια γυναίκα που έχει βρεθεί στην αντίστοιχη θέση θα ήθελε να δημοσιοποιηθούν όλα αυτά χωρίς τη συγκατάθεση της; Είναι σαν δεύτερος βιασμός.
Επόμενη απορία. Ξέρουμε πόσες γυναίκες κάθε χρόνο βιάζονται σωματικά ή λεκτικά, καθώς και πόσες από αυτές καταλήγουν να δικαιωθούν; Όχι. Γιατί δε μας νοιάζει. Δε μας νοιάζουν τα εγκλήματα αν δεν έχει πολιτική σκοπιμότητα η χρήση τους. Κανείς δε στάθηκε στο ότι το έγκλημα αυτό είναι αφορμή, άλλη μία αφορμή, να αλλάξει η νομοθεσία, να ενημερωθεί ο κόσμος, να προστατευθούν τα θύματα βιασμού. Αυτό είναι ο τρίτος βιασμός.
Θυμόμαστε ότι μας συμφέρει και όπως μας συμφέρει. Όμως ένα κορίτσι 15 ετών χαροπαλεύει, μια κοινωνία βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, και μια οικογένεια αναρωτιέται για το μέλλον. Μήπως να σταματήσουμε να κοιτάμε τον ελάχιστο εαυτό μας και να κοιτάξουμε λίγο παραπέρα;